Δευτέρα 1 Ιουνίου 2020

"Το Φιλί στην Τέχνη"

https://www.ermispress.gr/politismos/174-marousi/13004-dr-stella-mouzakiotou-to-fili-stin-texni


                                                                                                                                                                              Δρ  Στέλλα Μουζακιώτου  
       Ιστορικός Τέχνης
                                 Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο
                                 & Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
                              Επιμελήτρια Εκθέσεων
                                                                      stellamouzak@yahoo.gr

Από τους αρχαίους ρωμαϊκούς πίνακες της Πομπηίας μέχρι  τα γκράφιτι του Banksy, το Φιλί εκπροσωπήθηκε εικαστικά με εκατοντάδες διαφορετικούς τρόπους και στυλ. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πολλές προσδιοριστικές λέξεις που το χαρακτηρίζουν, όπως… αθώο, παθιασμένο, τραχύ, παιχνιδιάρικο, σφραγίδα υπόσχεσης ή υπόσχεση αγάπης, στο μάγουλο, στο μέτωπο ή στα χείλη. Ιδιαίτερα αμαρτωλό αλλά πολύ δημοφιλές θεωρείται μέχρι το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, στη συνέχεια όμως, παίρνει πρωταγωνιστικό ρόλο στην τέχνη του 19ου αιώνα με την επικράτηση του ρομαντισμού σε όλη την Ευρώπη.
Τι είναι άραγε αυτό που κάνει το φιλί να είναι μια πράξη τόσο ιδιαίτερη και τόσο σημαντική στον έρωτα???
 Περισσότερο από κάθε άλλη ερωτική πράξη, με το φιλί «αγγίζουμε» την πιο βαθιά προσωπική πλευρά του άλλου. Για την πραγματοποίησή του απαιτείται συναισθηματικό δόσιμο, μια αναγκαία προϋπόθεση για τη δημιουργία αυτής της ιδιαίτερης οικειότητας που χαρακτηρίζει την απόλυτα ιδιωτική σφαίρα της σχέσης ενός ερωτευμένου ζευγαριού. Άλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το στόμα βρίσκεται στο κεφάλι, στο πρόσωπο, εκεί όπου βρίσκεται το κέντρο της πνευματικής μας λειτουργίας, κι έτσι φιλώντας είναι σαν να έρχονται κοντά  περισσότερο οι ψυχές παρά τα σώματα.
Εάν τα πιο διάσημα φιλιά είναι έργα των Klimt και Hayez , δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σχεδόν όλοι οι καλλιτέχνες έχουν δημιουργήσει τη δική τους εκδοχή. Έτσι, ως τα πιο διάσημα και εμβληματικά φιλιά στη ζωγραφική τέχνη μπορούμε να αναφέρουμε αρχικά, το «Φιλί» (1859) του Francesco Hayez, αφού θεωρείται το πιο ρομαντικό μανιφέστο της τέχνης (εικ.1). Ο πίνακας απεικονίζει ένα μεσαιωνικό ζευγάρι που αγκαλιάζεται ενώ ένα φλογερό φιλί σφραγίζει τον έρωτά τους. Είναι από τις πιο παθιασμένες και έντονα ερωτικές αναπαραστάσεις ενός φιλιού στην ιστορία της Δυτικής τέχνης. Η κοπέλα σκύβει προς τα πίσω, ενώ ο άνδρας λυγίζει το αριστερό του πόδι, έτσι ώστε να τη στηρίζει, τοποθετώντας ταυτόχρονα το ένα πόδι στο σκαλοπάτι δίπλα του σαν να ετοιμάζεται να φύγει ανά πάσα στιγμή, αφού η ερωτική συνάντηση είναι κοινωνικά απαγορευμένη. Στο αριστερό μέρος του καμβά σκιώδεις μορφές παραμονεύουν στη γωνία για να δώσουν την εντύπωση της συνωμοσίας και του κινδύνου.
Ο Ρωσο-εβραίος ζωγράφος Marc Chagall  δίνει τη δική του εκδοχή στο έργο «Γενέθλια» (1915),  όπου ζωγραφίζει ένα από τα όνειρά του που πρωταγωνιστεί η αγαπημένη του Bella (Εικ.2). Αυτό το σουρεαλιστικό έργο είναι ένας από τους πρώτους πίνακές του. Γιατί άραγε ο άντρας απογειώνεται παράξενα από το έδαφος??  Επειδή είναι ερωτευμένος!! Συχνά λέγεται ότι η αγάπη δίνει φτερά, και αυτό ακριβώς συμβαίνει σε αυτόν τον πίνακα. Ο ζωγράφος φιλοτεχνεί τον εαυτό του σε μια πολύ ευτυχισμένη στιγμή στη ζωή του. Μετά από έναν μακροχρόνιο χωρισμό, μόλις βρήκε την Bella, τον αγαπημένο παιδικό του έρωτα, και την παντρεύεται. Νιώθει τόσο χαρούμενος και τόσο ελαφρύς που δεν σταματά να ζωγραφίζει τον εαυτό του να πετάει στον αέρα. Από εκεί ψηλά μπορεί να δει το σπίτι του στο Vitebsk, το χωριό του στη Ρωσία. Όλα είναι πολύ χαρούμενα και ζεστά σε αυτό το εσωτερικό. Οι τοίχοι και τα έπιπλα καλύπτονται με υφάσματα λουλουδιών. Πρέπει να πούμε ότι είναι μια μέρα γιορτής! Η Bella εξέπληξε το Marc στα γενέθλιά του, γιαυτό ετοίμασε ένα ανθισμένο μπουκέτο και έβαλε ένα κέικ στο τραπέζι. Χαρούμενος, ο Ghagall τη φιλά με πάθος. Το κάνει με ολόκληρο το σώμα του να μοιάζει να συστρέφεται και να πετάει σαν πουλί, ελεύθερος και ευτυχισμένος…. μεθυσμένος από έρωτα!
Ο μικροκαμωμένος Βολιώτης ζωγράφος Giorgio De Chirico, μιλώντας για την τέχνη, ισχυριζόταν πως περισσότερο σε αυτήν αγαπά το αίνιγμα και το μυστήριο. Το έργο του «Έκτορας και Ανδρομάχη» (1916) ήταν προϊόν τόσο κυβιστικών όσο και σουρεαλιστικών απόψεων πάνω σε θέματα  τέχνης (Εικ.3). Ο πίνακας αυτός διέπεται από οραματικά και ποιητικά στοιχεία, ενώ χαρακτηρίζεται από την ιδιαίτερη έμφαση του ζωγράφου σε αινιγματικές συνθέσεις και στην αμφισημία των μορφών που φιλοτεχνεί. Οι πρωταγωνιστές του, Έκτορας και Ανδρομάχη, είναι δυο ανδρείκελα. Ο Έκτορας σκοτώθηκε επειδή δεν είχε ακούσει τη συμβουλή της Ανδρομάχης να μη μονομαχήσει με τον Αχιλλέα. Έτσι, αυτή θρήνησε για το θάνατό του όταν ο Αχιλλέας τον έσερνε πίσω από το άρμα του στο Ίλιον Πεδίον, καθώς και όταν ο πεθερός της Πρίαμος, βασιλιάς της Τροίας, έφερε τη σορό του στο ανάκτορο, πρώτη εκείνη, κρατώντας το κεφάλι του μέσα στις χούφτες της, έκλαιγε γοερά. Στο έργο αυτό ο ζωγράφος φιλοτεχνεί τον ίδιο τον Έκτορα να παρηγορεί το θρήνο της με έναν καθαρά χορευτικό και δυναμικό ασπασμό.
Το έργο «Εραστές ΙΙ» (1928) του René Magritte είναι ένα αριστούργημα του σουρεαλισμού.  Η ανδρική φιγούρα φοράει μαύρο κοστούμι και γραβάτα με ένα συμπαγές άσπρο πουκάμισο, ταυτόχρονα,  αγκαλιάζει μια γυναίκα ντυμένη με κόκκινο, αμάνικο ένδυμα με λευκή επένδυση. Το μαυρισμένο χέρι της γυναίκας είναι εκτεθειμένο. Ο άντρας βρίσκεται σε κυρίαρχη θέση σε σχέση με τη γυναίκα, ενώ   και στις δύο μορφές τα πέπλα είναι σφιχτά τοποθετημένα στο μπροστινό μέρος του προσώπου και στο πάνω μέρος του κεφαλιού, στη συνέχεια χαλαρώνουν προς τα πίσω. Το πρόσωπο της γυναίκας έχει κλίση ελαφρώς προς τα αριστερά κάνοντας τον εραστή της πιο εμφανή και αποκαλύπτοντας το ξεχωριστό περίγραμμα της μύτης του.
Σε αντίθεση με την ερωτική και ρομαντική σκηνή άλλων καλλιτεχνών, ο Magritte παρουσίασε δύο φιγούρες να φιλιούνται με τα πρόσωπά τους καλυμμένα από ένα λευκό ύφασμα, κλειδωμένα σε μια διφορούμενη ατμόσφαιρα, και ανίκανα να επικοινωνήσουν ή να αγγίξει ο ένας τον άλλον πραγματικά.  Πολλοί μάλιστα, αναρωτιούνται αν αυτό είναι ένα φιλί άρνησης της αγάπης. Το πανέμορφο πανί κρατάει τις δύο μορφές για πάντα χωριστά και ως εκ τούτου δημιουργείται μια ατμόσφαιρα μυστηρίου που κυριαρχεί σε αυτήν την εικόνα. Ο τρόπος με τον οποίο ζωγραφίζεται το δωμάτιο το κάνει να φαίνεται σχεδόν ασήμαντο. Τα έντονα χρώματα είναι σκιασμένα και δεν υπάρχουν παράθυρα για να δώσουν προοπτική. Ωστόσο, είναι ασυνήθιστο να βλέπεις ένα δωμάτιο με μια τέτοια ποικιλία από χρωματιστούς τοίχους. Οι εραστές είναι το κύριο θέμα του έργου και ταυτόχρονα  το μεγαλύτερο μυστήριο στα μάτια του θεατή….


Εικ.1. Francesco Hayez,  Το φιλί, 1859.
Εικ.2. Marc Chagall, Γενέθλια, 1915.
Εικ.3.  Giorgio de Chirico, Έκτορας και Ανδρομάχη, 1916.
Εικ.4. Ρεν Μαγκρίτ , Οι εραστές, 1928.

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2020



Το “ηθικοπλαστικό οικοδόμημα” της ολλανδικής ζωγραφικής



                                 Δρ  Στέλλα Μουζακιώτου                         
       Ιστορικός Τέχνης
                 Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο
                 & Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
              Επιμελήτρια Εκθέσεων
               stellamouzak@yahoo.gr

     Ο Γιοχάνες Βερμέερ (31 Οκτωβρίου 1632 - 15 Δεκεμβρίου 1675), γνωστός και ως Γιαν Βερμέερ ή Γιοχάνες βαν ντερ Μέερ, ήταν Ολλανδός ζωγράφος που έζησε και εργάστηκε στην περιοχή του Ντελφτ της Δυτικής Ολλανδίας κατά το 17ο αιώνα. Μαζί με το Ρέμπραντ, αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους ζωγράφους της Χρυσής Εποχής (1584-1702) της Ολλανδίας. Σε σχέση με τους άλλους ηθογράφους της Ολλανδικής σχολής ο Βερμέερ ξεχωρίζει για την πολύ εκλεπτυσμένη, χαμηλόφωνη ψυχολογική παρατήρηση, το διακριτικό του χιούμορ, την περιορισμένη  χρήση των συμβολισμών και φυσικά για τις καθαρά τεχνικές του αρετές μέσα από τις λεπτές αρμονίες του κίτρινου και του γαλάζιου. Διακρίνεται κυρίως ως ζωγράφος ρωπογραφιών, καθημερινών ρεαλιστικών σκηνών και ηθογραφιών. Κατά το μεγαλύτερο ποσοστό οι πίνακες του προσαρμόζονται στην κυρίαρχη τάση της ολλανδικής ηθογραφικής ζωγραφικής, σύμφωνα με την οποία έπρεπε να καταδικάζονται η αμαρτία και τα ανθρώπινα πάθη, με απώτερο στόχο τη διαπαιδαγώγηση και την ανάδειξη της «ενάρετης» ζωής. Στην πλειονότητά τους, τα ηθογραφικά έργα του επιδιώκουν να διακωμωδήσουν τις αποκλίνουσες συμπεριφορές, ενώ ελάχιστα από αυτά παρουσιάζουν ένα πρότυπο προς μίμηση.
    Οι θεωρητικοί αναλυτές του 19ου αιώνα είδαν στη θεματολογία της Ολλανδικής  ηθογραφίας  άλλοτε την "Επιστροφή του αρραβωνιαστικού" από τον πόλεμο, τους "ταχυδρόμους να φέρνουν γράμματα", τις "πατρικές συμβουλές" και διάφορά τέτοια όμορφα, ηθικοπλαστικά και πατριωτικά μηνύματα. Όλα όμως ανατράπηκαν  όταν ένας συντηρητής ανακάλυψε ανάμεσα στο δείκτη και τον αντίχειρα του ενός εκ των πρωταγωνιστών τού πιο διδακτικού έργου του Gerard Terborch, την «Πατρική Συμβουλή», το λαμπύρισμα ενός χρυσού νομίσματος. Τότε το αξιακό οικοδόμημα που είχαν κτίσει πάνω στην Ολλανδική ηθογραφία πολλοί εμπνευσμένοι συγγραφείς (ανάμεσά τους και ο Γκαίτε) κατέρρευσε ολοκληρωτικά.
     Η Ολλανδία, σαν το πρώτο στέρεα δομημένο αστικό κράτος είναι εκείνο που, στα πλαίσια της λατρείας του οργανωμένου, αναγνώρισε την εξειδίκευση σε κάθε τομέα δραστηριότητας ακόμα και στη λειτουργία των οίκων ανοχής.  Ο πίνακες του Βερμέερ με τίτλο «Η Προαγωγός»( 1656, Πινακοθήκη Δρέσδης) εικ.1, σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής στη σταδιοδρομία του αναδεικνύοντας το ενδιαφέρον του δημιουργού για έργα που ασχολούνται με το θέμα της πορνείας. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα εξέταση του θέματος σε όλες του τις πτυχές, συνδυάζοντας το ηθικό σχόλιο με μια αίσθηση ρεαλισμού της καθημερινότητας. Αυτό που κεντρίζει όμως το ενδιαφέρον του θεατή είναι το κλίμα μιας υφέρπουσας ερωτικής συνωμοσίας. Πρόκειται για την αποκάλυψη ενός κλειστοφοβικού ερωτισμού σε μια προβιομηχανική κοινωνία που μοιάζει να μην έχει πολλές αναστολές. Η ικανοποίηση στο βλέμμα του κοριτσιού τη στιγμή της πληρωμής των «υπηρεσιών» της δεν έχει τη δυνατότητα να υποσκελίσει τις καταχθόνιες μορφές που στέκονται δίπλα της κοιτάζοντας  συνωμοτικά και χειρονομώντας απροκάλυπτα.
   Μια άλλη εικαστική εκδοχή του Βερμέερ στο θέμα αυτό, αποτελεί το έργο «Κορίτσι με ποτήρι κρασιού»(1659-1660) εικ.2. Πρόκειται για έναν από τους πρώτους πίνακες του με εσωτερικά σπιτιών και από τα πρώιμα δείγματα της  λεπτής ψυχολογικής ερμηνείας του. Το ποτήρι του κρασιού που προσφέρεται στο κορίτσι - που φαίνεται ήδη να έχει μεθύσει με γλυκόλογα - είναι αναμφισβήτητα ένα τέχνασμα αποπλάνησης. Η ερωτική ατμόσφαιρα μεταξύ των δύο προσώπων προαναγγέλλει την ανήθικη συνεύρεση που θα ακολουθήσει. Το μήνυμα του δημιουργού είναι ότι λίγο κρασί παραπάνω μπορεί να οδηγήσει μια κοπέλα στην καταστροφή. Το βιτρό στο παράθυρο αριστερά προσθέτει μια υπέροχη πινελιά φωτός και χρώματος, αλλά και ένα ξεκάθαρο συμβολισμό, αφού διακρίνεται η αλληγορία της  Εγκράτειας, της αρετής δηλαδή που χαλιναγωγεί τον υπέρμετρο αισθησιασμό.
      Ο Βερμέερ, για τα δεδομένα της εποχής του, ολοκλήρωσε πολύ μικρό αριθμό έργων, περίπου πενήντα από τα οποία τριάντα έξι έχουν διασωθεί. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του περιήλθε σε δεινή οικονομική κατάσταση, εξαιτίας του πολέμου που ξέσπασε μεταξύ Ολλανδίας και Γαλλίας το 1672. Καθώς δεν μπορούσε να συντηρήσει την πολυμελή οικογένειά του έπεσε σε κατάθλιψη και η σωματική του υγεία επιδεινώθηκε. Πέθανε το 1675.  Στα επόμενα δύο χρόνια, η χήρα του, μόνη με τα έντεκα εν ζωή παιδιά, κήρυξε πτώχευση κι αναγκάστηκε να πουλήσει όλους τους πίνακες του άντρα της, για να ξεπληρώσει τα χρέη.
      Για εφτά χρόνια ένας ασήμαντος ζωγράφος ονόματι Χαν Βαν Μέεγκερεν παρουσίασε τους πίνακές  του ως γνήσια έργα του κορυφαίου Ολλανδού ζωγράφου Γιοχάνες Βερμέερ. Παρόλο που ο αντιγραφέας δεν είχε ταλέντο και το μόνο κοινό που είχε με το Βερμέερ ήταν ο τόπος καταγωγής, κατάφερε να «στήσει» μια απάτη, συγκεντρώνοντας από τις πωλήσεις μόλις έξι έργων περίπου 30 εκατομμύρια δολάρια. Ο τρόπος ήταν απλός, αφού βρήκε έναν ανίδεο αλλά παθιασμένο, όπως αποδείχτηκε, λάτρη της τέχνης του, τον Χέρμαν Γκέρινγκ, το πρωτοπαλίκαρο του Χίτλερ. Ο Γκέρινγκ βάζοντας χέρι στα κρατικά χρήματα και τις περιουσίες των Εβραίων ήταν αποφασισμένος να εμπλουτίσει τη συλλογή του με έργα του Βερμέερ. Στο τέλος, ο Μέεγκερεν συνελήφθη και ανακρίθηκε από τους Ολλανδούς με την κατηγορία ότι εκποιούσε πίνακες του Βερμέερ στους ναζί. Για να γλιτώσει την καταδίκη και τη θανατική ποινή, έπεισε τους αξιωματικούς ότι δεν ήταν κλέφτης, αλλά ένας απλός αντιγραφέας. Αυτό το κατάφερε ζωγραφίζοντας ένα Βερμέερ μπροστά τους.  Για το λόγο αυτό, καταδικάστηκε σε ένα χρόνο φυλάκιση μόνο για απάτη, όμως πέθανε από ανακοπή σε ηλικία 58 ετών πριν προλάβει να εκτίσει την ποινή του. Ο  Μέεγκερεν έμεινε γνωστός στην ιστορία ως ο «άνθρωπος που εξαπάτησε τον Γκέρινγκ».